Το άρθρο του Spiros Margelis H ΕΞΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΛΟΥΨΙΣΤΑΣ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΔΑΣΙΚΟΥ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΥ στην υπο κατασκευή ιστοσελίδα athamaniotes.gr, ενότητα "ΔΑΣΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ", αποτυπώνει εντυπωσιακά την ιστορία του ελληνικού κράτους και τη σημασία της πτυχής της Οικογένειας στο οικονομικό γίγνεσθαι του τόπου, και για τούτο το ανεβάζω ολόκληρο:
Με την Επανάσταση του 1821 και μετά από αιματηρές θυσίες, οι Έλληνες κατόρθωσαν να αποτινάξουν τον Τουρκικό ζυγό και το 1828 πέτυχαν την αναγνώριση του Ελληνικού κράτους, από τις μεγάλες δυνάμεις. Όμως δυστυχώς η οριοθέτηση των συνόρων άφησε την Ήπειρο και σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας, στην κυριαρχία της Τουρκίας. Οι Ηπειρώτες δεν απελπίστηκαν. Συνέχισαν τον αγώνα, έως ότου το 1881 με την παρέμβαση του Πρωθυπουργού της Αγγλίας Γλάδστωνα, οι Μεγάλες Δυνάμεις, δηλαδή η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ρωσία σε αλεπάλληλες συναντήσεις και διαβουλεύσεις, κατόρθωσαν να πείσουν την Τουρκία να παραχωρήσει στην Ελλάδα την Θεσσαλία και ένα τμήμα της Ηπείρου. Με αυτή την παραχώρηση η πόλη της Άρτας και τα χωριά των ανατολικών Τζουμέρκων περιήλθαν στην Ελληνική επικράτεια.
Όμως οι Τούρκοι που είχαν στην ιδιοκτησία τους αυτές τις περιοχές και τα χωριά, είχαν ήδη προλάβει να τα πωλήσουν σε πλούσιους Έλληνες και το δικαίωμά τους αυτό κατοχυρώθηκε με την Συνθήκη του Βερολίνου. Δύο ήταν οι αγοραστές των χωριών της Άρτας και των Τζουμέρκων. Ο Χρηστάκης Ζωγράφος, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή προμηθευτής, του Τουρκικού στρατού, δηλαδή είχε αναλάβει την τροφοδοσία και την προμήθεια, σε ότι χρειαζόταν ο Τούρκικος στρατός, ακόμα και σε πολεμοφόδια και ο Κων/νος Καραπάνος γιός του Γεράσιμου Καραπάνου, ο οποίος Γεράσιμος ήταν αρχιεπιστάτης των κληρονόμων του Μουσταφά Πασά, του μεγάλου και σημαντικού αξιωματούχου της Τουρκίας, έμπιστου συνεργάτη του σουλτάνου Αβδούλ Αζίζ Χαν Γαζή και ιδιοκτήτου περιοχών, όχι μόνο χωριών της Ηπείρου και της Θεσσαλίας αλλά και της Δυτικής Μακεδονίας. Οι δύο αυτές Φεουδαρχικές οικογένειες του Ζωγράφου και του Καραπάνου, συγγένεψαν μεταξύ τους και η κόρη του Χρηστάκη Ζωγράφου, η Μαρία παντρεύτηκε τον Κων/νο Καραπάνο και ο πατέρας της τής έδωσε ορισμένα χωριά που είχε στην ιδιοκτησία του, μεταξύ αυτών και την Λουψίστα, (όπως όλοι μας γνωρίζουμε, Λουψίστα ονομάζονταν τότε το Αθαμάνιο και το κάτω Αθαμάνιο).
Η συμπεριφορά των καινούργιων αφεντάδων ήταν όχι μόνο η ίδια με των Τούρκων, αλλά και χειρότερη. Οι καταπιέσεις δεν υποφέρονταν και οι φόροι ήταν αβάστακτοι. Σχεδόν το 50% της σοδειάς πήγαινε στις αποθήκες και στο Ταμείο του Τσιφλικά Καραπάνου. « Πέτρα, Χώμα και κλαρί » όπως έλεγαν τότε, ήταν στην απόλυτη δικαιοδοσία της οικογένειας Καραπάνου. Οι ταλαίπωροι, αλλά περήφανοι προγονοί μας, απελπισμένοι γιατί με την απελευθέρωση από τους Τούρκους άλλα περίμεναν, αποφάσισαν να αγοράσουν οι ίδιοι μόνοι τους το δικό τους χωριό αν ο Καραπάνος είχε πρόθεση να το πουλήσει. Πήγαν στην Άρτα εκπρόσωποι των κατοίκων και έκαναν γνωστή στον Καραπάνο την απόφασή τους. Ο Καραπάνος δέχτηκε την πρότασή τους γιατί έβλεπε ή μάλλον είχε αντιληφθεί πως ο Φεουδαρχισμός και τα Τσιφλίκια αργά ή γρήγορα θα γίνουν παρελθόν και οι απαλλοτριώσεις από το κράτος θα είναι η τελική κατάληξη.
Στη συνέχεια το 1882 ο Καραπάνος έβαλε δύο δικούς του ανθρώπους, τον Ζαχαρή και τον Παντούλα και αφού επισκέφθηκαν την περιοχή έκαναν ένα ενδεικτικό κτηματολόγιο. Μετά από αυτές τις προεργασίες, η επιτροπή των προγόνων μας κατέβηκε πάλι στην Άρτα, επισκέφθηκε και ζήτησε τη συμβουλή δικηγόρου και μετά από πολλές συναντήσεις με τους δικηγόρους της οικογένειας Καραπάνου αποφασίστηκε και από τις δύο πλευρές να συνταχθεί συμβόλαιο αγοραπωλησίας. Αυτό συντάχθηκε στις 16 Ιουνίου 1883 και είχε τον αριθμό 1486. Το συμφωνηθέν ποσό το οποίο θα έπρεπε να εξοφληθεί μέσα σε οκτώ χρόνια δηλαδή το 1891 ήταν 4.500 χρυσές λίρες Τουρκίας, σύν 8% ετήσιος τόκος. Την κυριότητα βέβαια κρατούσε η οικογένεια του Καραπάνου μέχρι την τελική αποπληρωμή.
Με την υπογραφή του συμβολαίου αποκτήθηκε το δικαίωμα εκμετάλλευσης των κτημάτων και των βοσκοτόπων και το 1884 οι πρόγονοί μας ενοικίασαν τις βοσκές στους μεγαλοκτηνοτρόφους, Κολιό Παπά από τους Μελισσουργούς και Χρήστο Γιώργο από τους Ραφταναίους για δέκα χρόνια αντί του ποσού των 58.000 δρχ. Δυστυχώς όμως έσοδα άλλα δεν υπήρχαν και πολλές δόσεις της συμφωνηθείσης αγοραπωλησίας δεν πληρώθηκαν. Η συμβολαιογραφική συμφωνία πλησίαζε να λήξει και μόνο 7.000 δρχ είχαν πληρωθεί. Δηλαδή γύρω στις 1.750 χρυσές λίρες Τουρκίας. Οι πιέσεις και τα εξώδικα από την άλλη πλευρά του Τσιφλικά δεν είχαν τελειωμό.
Αφού παρήλθε ο χρόνος και οι πιέσεις και τα εξώδικα δεν έφερναν κανένα αποτέλεσμα, η Μαρία Καραπάνου που φαίνονταν και ήταν η ιδιοκτήτρια του χωριού, κατέθεσε αγωγή για την διάλυση του συμβολαίου. Έγιναν αλλεπάλληλες δίκες και οι πρόγονοί μας βρίσκονταν κυριολεκτικά στο πόδι, βουτηγμένοι στα έξοδα και στις ταλαιπωρίες. Τελικά τελεσιδίκησε το δικαστήριο υπέρ της Μαρίας Κ. Καραπάνου με αποτέλεσμα, να διαλυθεί το συμβόλαιο και να χαθούν όχι μόνο τα δικαιώματα αλλά και τα χρήματα που είχαν δοθεί. Στην συνέχεια η οικογένεια Καραπάνου έβγαλε εκ νέου για πούλημα το χωριό. Ενδιαφέρθηκε να το αγοράσει ο αρχιτσέλιγκας από τους Μελισσουργούς, Κολιός Παπάς. Οι πρόγονοί μας ξέροντας το σκληρό χαρακτήρα του και αντιλαμβανόμενοι τι θα επακολουθούσε, θορυβήθηκαν και σε επανειλημμένες συσκέψεις που έκαναν στο χωριό, πάντοτε ενωμένοι και μονιασμένοι, αποφάσισαν να ξεκινήσουν καινούργιες διαπραγματεύσεις για την σύνταξη νέου συμβολαίου εξαγοράς του χωριού από τους ίδιους. Με την απόφαση αυτή αναπτερώθηκαν οι ελπίδες να γίνουν κύριοι στις ποτισμένες με αίμα και ιδρώτα περιουσίες τους και ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος.
Σε ανάμνηση αυτής της απόφασης και για το ρίζωμα του τελικού και ιερού σκοπού της εξαγοράς, το φθινόπωρο του 1897 δύο σχολιαρόπαιδα, ο Λαμπράκης Ψωράκης και ο Νικόλαος Χατζηγιάννης φύτεψαν τον πανέμορφο και σκιερό πλάτανο της πλατείας, που όλοι μας σήμερα απολαμβάνουμε τη δροσιά του τους καλοκαιρινούς μήνες. Ο πλάτανος αυτός είναι μνημείο, είναι σύμβολο των θυσιών, και ενότητας και ομόνοιας των προγόνων μας. Με αναπτερωμένες λοιπόν τις ελπίδες τους, άρχισαν τα ταξίδια στην Άρτα και τις επαφές με δικηγόρους, καθώς και με αντιπροσώπους της οικογένειας Καραπάνου, προσπαθώντας να βρουν λύση και να πετύχουν τους καλύτερους όρους εξαγοράς του χωριού. Τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, αντιθέτως ήταν πολύ δύσκολα. Χρειάζονταν χρήματα και δυστυχώς αυτά δεν υπήρχαν. Η πλευρά Καραπάνου ήταν ανένδοτη. Οι μέρες και οι μήνες περνούσαν. Οι συζητήσεις συνεχίζονταν. Οι πρόγονοί μας αν και περνούσαν στενοχώριες και ταλαιπωρίες κέρδιζαν χρόνο, προσπαθώντας να βρουν χρήματα, σε αντίθεση με τους Καραπαναίους που βιάζονταν να τελειώσουν το γρηγορότερο, ενδεχομένως από το φόβο των απαλλοτριώσεων.
Σε αυτή τη φάση η οικογένεια του Φεουδάρχη Τσιφλικά έκανε πρόταση στους αγοραστές προγόνους μας να φέρου εφ’ όσον δεν είχαν χρήματα αξιόπιστο άνθρωπο να εγγυηθεί για την τήρηση της συμφωνίας και να πληρώσει την προκαταβολή που θα συμφωνήσουν. Η επιθυμία, το πείσμα, και το πάθος να πετύχουν την απαγκίστρωση από τα δίχτυα και τα νύχια του Τσιφλικά είχε σαν αποτέλεσμα να βρεθεί ο σωτήρας εγγυητής. Ήταν χωριανός, Λουψισνός και το όνομά του Δημήτριος Αλυμάρας. Ο Δημήτριος Αλυμάρας δεν ήταν άλλος από τον Αναγνώστη Αλυμάρα, ο οποίος πήρε το όνομα αυτό όταν πήγε καλογεροπαίδι στο μοναστήρι του Ντούσκου στην περιοχή των Τρικάλων. Όταν ενηλικιώθηκε έφυγε από το μοναστήρι και ανέλαβε επιστάτης και διαχειριστής για πολλά χρόνια στο Τσιφλίκι του Χρηστάκη Ζωγράφου στη Λαζαρίνα της Θεσσαλίας. Οικονόμος καθώς ήταν είχε το κουμάντο του. Αυτόν σκέφτηκαν οι αείμνηστοι πρόγονοί μας,και χωρίς να χάσουν καιρό, τρεις απ’ αυτούς, οι Λάμπρος Παπαγιάννης, Απόστολος Κωσταβασίλης και Χρήστος Ξυνός ταξίδεψαν στη Λαζαρίνα και έπεισαν τον Αναγνώστη Αλυμάρα να έρθει στην Άρτα και να εγγυηθεί για την εξαγορά του χωριού. Πράγματι ταξίδεψε μαζί τους στην Άρτα, ενώ κατέβηκαν και πολλοί χωριανοί για να συναντήσουν τους ανθρώπους του Καραπάνου. Αυτοί δεν τον δέχτηκαν στην αρχή ως εγγυητή γιατί τους ήταν άγνωστος και δεν γνώριζαν την οικονομική του κατάσταση. Τότε ο Αναγνώστης έβγαλε από το σελάχι, το κιμέρι με τις χρυσές λίρες, το πέταξε πάνω στο τραπέζι και πεισθέντες οι αντίδικοι ότι πράγματι είναι σε θέση να εγγυηθεί, δέχτηκαν να συνταχθεί το συμβόλαιο. Βέβαια στη σύνταξη του συμβολαίου υπήρχαν όροι που εξυπηρετούσαν στο ακέραιο τα συμφέροντα της οικογένειας Καραπάνου, δεδομένου ότι οι πλούσιοι, οι ισχυροί και οι ευνομούμενοι εκείνης της εποχής, επιρέαζαν την πολιτική ζωή της χώρας. (άλλωστε έτσι δυστυχώς συμβαίνει πάντα). Μην ξεχνάμε ότι ο Καραπάνος ήταν υπουργός οικονομικών της τότε Ελληνικής κυβέρνησης.
Η νέα αυτή συμβολαιογραφική πράξη εξαγοράς της Λουψίστας, δηλαδή του Αθαμανίου και κάτω Αθαμανίου από τους ίδιους τους κατοίκους συντάχθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1898, από τους συμβολαιογράφους Άρτας, Αναστάσιο Ρίζο και Ιωάννη Τσίτσα παρουσία του πληρεξούσιου δικηγόρου της Μαρίας Καραπάνου, του περιβόητου Χέλμη και των εκπροσώπων των Αθαμανιωτών που ήταν οι εξής: Αθανάσιος Τσίπρας, Νικόλαος Τυρολόγος, Λάμπρος Παπάς, Κωνσταντίνος Ψωράκης, Απόστολος Καραγιάννης, Φώτης Στασινός, Νικόλαος Γάκης, Κωνσταντίνος Στούμπος, Σωτήρης Δ. Φωτης, Αλέξιος Γ. Φώτης, Απόστολος Χρήστο Κώστας, Γεώργιος Μάστορας, Γεώργιος Κοντογιώργος, Δημήτριος Λιλής, Λάμπρος Χατζηγιάννης, Γεώργιος Ι. Κωσταβασίλης, Χρήστος Σχωρτσιανίτης και Δημήτριος Ι. Ζορμπάς. Το χρηματικό ποσό της εξαγοράς ήταν τεράστιο για την εποχή εκείνη. Επί πλέον μπήκε στο συμβόλαιο και ο τόκος 6% ετησίως. Κανονίστηκε σε δόσεις, αφού δόθηκε η προκαταβολή και ο χρόνος εξόφλησης 33 χρόνια και 8 μήνες. Πάντως όροι απαράβατοι, στο συμβόλαιο, το χωριό (κτήματα, σπίτια κλπ) να παραμείνουν στην κυριότητα του Καραπάνου μέχρι τελικής αποπληρωμής του συμφωνηθέντος ποσού και των τόκων. Όπως αναφέρεται στο συμβόλαιο, οι αγοραστές χωρίστηκαν σε 18 ομάδες. Κάθε ομάδα αποτελούνταν από πέντε έως δέκα οικογένειες και τα μέλη της κάθε ομάδας ήταν υποχρεωμένα να πληρώνουν αλληλέγγυα, δηλαδή αν ένα μέλος δεν είχε να πληρώσει, ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν για λογαριασμό του, τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας με μέριμνα του αρχηγού αυτής, ο οποίος πλήρωνε και τα περισσότερα.
Σε αυτές ακριβώς τις περιπτώσεις και στις δυσκολίες ορισμένων ο αείμνηστος Αναγνώστης βρέθηκε συμπαραστάτης, βοηθώντας οικονομικά όσους δεν μπορούσαν να πληρώσουν, με αποτέλεσμα, ο αξιόλογος αυτός άνθρωπος να πεθάνει πάμπτωχος και πεινασμένος, στη σβάρα όπως έλεγαν οι παλαιότεροι. Αξιοσημείωτο είναι πως οι εισπράκτορες της οικογένειας Καραπάνου όταν έρχονταν στο χωριό για να εισπράξουν τις δόσεις συνοδεύονταν πάντοτε από Χωροφύλακες και όσους δυστροπούσαν ή δεν είχαν να πληρώσουν, τους συλλαμβάνανε και ακολουθούσαν, ξυλοδαρμοί, κάθε είδους εξευτελισμοί και στο τέλος κατασχέσεις ακόμα και οικόσιτων ζώων. Βέβαια όλη την δασική έκταση η πωλήτρια Μαρία Κ. Καραπάνου και οι κληρονόμοι της, την κράτησαν στην κυριότητά τους μέχρι το 1923 που την παραχώρησε στους εξαγοραστές τελείως αποψιλωμένη από δέντρα, γιατί όλα αυτά τα χρόνια αυτή και οι κληρονόμοι της, πωλούσαν την ξυλεία χωρίς να ενδιαφέρονται για την απογύμνωση αυτών των δασικών εκτάσεων.
Σημειωτέον δε πως όταν λέμε την παραχώρησε εννοούμε μόνο την εκμετάλλευση, τη νομή, γιατί την υψηλή κυριότητα την ανέλαβε και την πήρε το κράτος. Αυτή δε πάλι μετά από πολύχρονους και πολυέξοδους δικαστικούς αγώνες, πήραν τελικά οι Αθαμανιώτες το έτος 1998. (Αριθ. πρωτ. απόφασης 71110/11108/7 Οκτωβρίου 1998).
Με την παραχώρηση που έγινε λοιπόν το 1923 οι πρόγονοί μας προχώρησαν στην ίδρυση του Συνεταιρισμού. Έτσι το έτος 1925 ιδρύθηκε ο Αναγκαστικός Συνεταιρισμός Δάσους και Χορτονομής Λουψίστας μετά από σχετικό Νομοσχέδιο και νόμο του κράτους περί ιδρύσεως Αναγκαστικών Συνεταιρισμών. (νόμος 602/1915). Η έγκριση για την ίδρυση υπεγράφη στις 24 Μαρτίου 1925.
3 σχόλια:
Αν έγιναν τα πράγματα όπως τα λες και η υψηλή κυριότητα του δάσους ανήκει στο χωριό. (στους απογόνους των κατοίκων που έκανα τα συμβόλαια)
Οι Οθωμανοί δέχονταν κυριότητα μόνο σε αστικές περιουσίες, αλλά κατ'εξαίρεση ο Σουλτάνος παραχωρούσε είτε δουλείες είτε και την πλήρη κυριότητα. Αν οι αρχικοί ιδιοκτήτες είχαν την πλήρη κυριότητα (πολύ πιθανό από την περιγραφή που κάνεις) τότε οι σημερινοί δικαιούνται την πλήρη κυριότητα.
Αυτό βέβαια έχει άλλα προβλήματα..
Πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία
Αρχικά δεν είδα τις δύο τελευταίες παραγράφους.
Αυτό που περιγράφεις υποψιάστηκα και έγραψα το προηγούμενο σχόλιο.
Γιάννη, σου διέφυγε και η πρώτη παράγραφος, όπου παρουσιάζω το κείμενο, που ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ δικό μου, και παραπέμπω κιόλας εκεί όπου το βρήκα:
«Το άρθρο του Spiros Margelis H ΕΞΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΛΟΥΨΙΣΤΑΣ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΔΑΣΙΚΟΥ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΥ στην υπο κατασκευή ιστοσελίδα athamaniotes.gr, ενότητα "ΔΑΣΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ", αποτυπώνει εντυπωσιακά την ιστορία του ελληνικού κράτους και τη σημασία της πτυχής της Οικογένειας στο οικονομικό γίγνεσθαι του τόπου, και για τούτο το ανεβάζω ολόκληρο:»
Δημοσίευση σχολίου